Ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γ. Καββαθάς παρευρέθηκε και μίλησε στη δημόσια ακρόαση που πραγματοποίησε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινωνική Επιτροπή (ΕΟΚΕ) για το ρόλο των οικογενειακών και παραδοσιακών επιχειρήσεων στην περιφερειακή ανάπτυξη.
Ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ υπογράμμισε ότι «η Ευρώπη αναγνωρίζει, σταδιακά ότι ο ρόλος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι πιο νευραλγικός από όσο έχει αρχικά εκτιμηθεί, εκτείνεται σε διάφορα πεδία άσκησης πολιτικής, και ότι η συμβολή στην προστιθέμενη αξία είναι ιδιαίτερα κρίσιμο μέγεθος που δεν πρέπει να αγνοείται. Παράλληλα, διακρίνουμε μια στροφή του δημόσιου διαλόγου από τη μονοσήμαντη προσήλωση στις επονομαζόμενες επιχειρήσεις νέου τύπου, τα start-ups κλπ και τις νέες τεχνολογίες, στην ανάγκη να ενισχυθεί ο εθνικός κορμός της επιχειρηματικότητας που σε μεγάλο ποσοστό αποτελείται από οικογενειακές επιχειρήσεις, ή επιχειρήσεις με παράδοση και ιστορία σε αυτό που προσφέρουν ως προϊόν ή υπηρεσία. Ωστόσο, αυτή η στροφή στην αντίληψη δεν έχει μετουσιωθεί ακόμη σε πολιτική πρωτοβουλία και δράση ενίσχυσης των δυνατοτήτων των οικογενειακών επιχειρήσεων. Οι κοινωνικοί εταίροι έχουμε χρέος να αναδείξουμε τις μορφές ενίσχυσης των οικογενειακών επιχειρήσεων με βάση τις οποίες θα πρέπει να σχεδιαστούν οι εθνικές και ευρωπαϊκές πολιτικές. Ειδικότερα, σε περιφερειακό επίπεδο, ο ρόλος των μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων καθίσταται περισσότερο σημαντικός και ζωογόνος ως προς την τοπική ανάπτυξη και την αναστολή της ερημοποίησης της υπαίθρου.»
«Στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) το 60-90% των επιχειρήσεων (ανάλογα με τη χώρα) είναι οικογενειακές και, σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στατιστικά στοιχεία, οι οικογενειακές επιχειρήσεις στην ΕΕ συνεισφέρουν στα 2/3 του ΑΕΠ και των θέσεων απασχόλησης. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι με τον όρο οικογενειακή επιχείρηση δεν ορίζουμε μια περιορισμένη σε οικονομικό ορίζοντα, απασχόληση και δίκτυα επιχείρηση: πρόκειται για επιχειρήσεις που μπορεί να είναι από Ανώνυμες Εταιρείες, έως και προσωπικές, ατομικές επιχειρήσεις με εξαγωγικό ή υπερτοπικό προσανατολισμό που έχουν κατορθώσει να διατηρήσουν τον οικογενειακό χαρακτήρα στη λήψη αποφάσεων και την διοικητική πυραμίδα, ενώ συνήθως απασχολούν και συμβοηθούντα μέλη. Επίσης, μπορεί να είναι επιχειρήσεις με αμιγώς τοπικό χαρακτήρα και περιορισμένη εμβέλεια δράσης. Αυτή η ετερογένεια διαμορφώνει επομένως την ανάγκη μόχλευσης διαφορετικών εργαλείων στήριξης της επιχειρηματικότητας. Για άλλες επιχειρήσεις απαιτείται μεγαλύτερος βαθμός διείσδυσης σε αλυσίδες αξίας, για τις πιο μικρές χρειάζεται το κατάλληλο δίκτυο ενημέρωσης και ευρύτερη ευελιξία ως προς το σκέλος της σύστασης και λειτουργίας (λιγότερη γραφειοκρατία και κόστος συμμόρφωσης).
Στην Ελλάδα, η οποία συνεχίζει να βαδίζει στο ακανθώδες μονοπάτι της κρίσης, αλλά και στην αναποτελεσματική διαχείρισή της, τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι οικογενειακές επιχειρήσεις είναι ακόμη οξύτερα:
– Είναι θεσμικά, (ελλιπής ενημέρωση για τη διαδικασία μεταβίβασης, έκδοση νέας άδειας λειτουργίας, κλπ), υπό την έννοια ότι δεν υπάρχει ένας κώδικας ενεργειών ο οποίος επιτρέπει τη βήμα- βήμα προσέγγιση και υποστήριξη του επιχειρηματία. Παρά τα θετικά βήματα στον τομέα καταπολέμησης της γραφειοκρατίας και απλοποίησης των διαδικασιών, παραμένει το πρόβλημα της επικοινωνίας κράτους- επιχειρηματία- καταναλωτή. Η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι υπάρχει πεδίο παρέμβασης εκ μέρους των τριτοβάθμιων οργανώσεων σε αυτό το σκέλος.
– Είναι φορολογικά, (υψηλή φορολογία μεταβίβασης, «άτυπη» μεταβίβαση, κλπ) και χρηματοδοτικά (έλλειψη οικονομικών και φορολογικών κινήτρων, προσαρμογή προσωπικού, συρρίκνωση κλάδου ή δραστηριότητας, κλπ) και,
– Ασφαλώς είναι και κοινωνικά- εργασιακά, (ικανότητες και δεξιότητες του διαδόχου, κατάρτιση του διαδόχου, κλπ), υπό την έννοια της αδυναμίας των επιχειρήσεων να αναγνωρίσουν πρώτιστα τις ανάγκες σε προσωπικό και δευτερευόντως να προσελκύσουν τους κατάλληλους υποψηφίους. Επομένως, οι οικογενειακές επιχειρήσεις χρειάζονται υποδομές συμβουλευτικής και αξιολόγησης ανθρώπινου δυναμικού. Τα προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης απέτυχαν να προετοιμάσουν το έδαφος στη διάρκεια των προηγούμενων ετών.
Όπως προαναφέραμε, μια σημαντική πτυχή της οικογενειακής επιχείρησης είναι η μεταβίβαση από γενιά σε γενιά και η επιτυχημένη διαδοχή. Τα κίνητρα μεταβίβασης στη χώρα μας είναι περιορισμένα και το πλαίσιο αντιαναπτυξιακό (δεν υπάρχουν φοροαπαλλαγές, οι υψηλές οφειλές καθιστούν μη ελκυστική ή αδύνατη τη μεταβίβαση κλπ).
Η κρισιμότητα της επιτυχημένης διαδοχής σε μια οικογενειακή επιχείρηση, επιβεβαιώνεται και αποδεικνύεται από τα πρόσφατα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία προβλέπει ότι το 1/3 των επιχειρηματιών της Ε.Ε., και κυρίως αυτών που διαχειρίζονται οικογενειακές επιχειρήσεις, θα είχε αποσυρθεί μέχρι το 2016. Σύμφωνα µε τις ίδιες εκτιμήσεις της Ε.Ε., αυτό μπορεί να έχει επιπτώσεις έως και για 690.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις και για 2,8 εκατομμύρια θέσεις απασχόλησης κάθε έτος.
Επιπρόσθετα, τα επίσημα στοιχεία δείχνουν ότι μόνο το 30%, δηλαδή 3 στις 10 οικογενειακές επιχειρήσεις επιβιώνουν με τη μετάβαση στη δεύτερη γενιά, ενώ μόνο το 10%, δηλαδή 1 στις 10 οικογενειακές επιχειρήσεις καταφέρνουν να διατηρήσουν την οικογενειακή επιχείρηση με τη μετάβαση στην τρίτη γενιά, ενώ αντίστοιχα, μόνο το 3%, δηλαδή 3 στις 100 οικογενειακές επιχειρήσεις καταλήγουν στην τέταρτη γενιά.»
Τέλος, ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ τόνισε ότι «υπάρχει ένα σημείο που αποτελεί την κρίσιμη μεταβλητή που προσδιορίζει το ειδικό βάρος της οικογενειακής επιχείρησης: είναι η συμβολή στην απασχόληση, η τεχνολογική συνέχεια, η περιφερειακή ολοκλήρωση και κατ’ επέκταση η συμβολή στην κοινωνική συνοχή και κοινωνική αρμονία.»