ΕΞΑΜΗΝΑΙΟ ΔΕΛΤΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΥ ΚΛΙΜΑΤΟΣ ΜΙΚΡΟΜΕΣΑΙΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ (Νο. 22, 2ο/2019)

Έρευνα ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ – Ιούλιος 2019 – Εξαμηνία αποτύπωση οικονομικού κλίματος στις μικρές επιχειρήσεις (0-49 άτομα προσωπικό οι οποίες αποτελούν το 99,6% των ελληνικών επιχειρήσεων)

  • Μικρή επιβράδυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας το Α εξάμηνο του 2019 με υψηλές προσδοκίες για το μέλλον
  • Θετικές οι επιδόσεις στην μεταποίηση
  • Υπερφορολόγηση και έλλειψη χρηματοδότησης ανασχετικοί παράγοντες για ζήτηση και επενδύσειςphoto1

Η εξαμηνιαία έρευνα οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, η 22η κατά σειρά, αποτυπώνει σε ένα βαθμό δυο σημαντικές εξελίξεις: α) την κατάσταση των επιχειρήσεων σχεδόν ένα χρόνο μετά από την ολοκλήρωση των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας και β) τις προσδοκίες που έχει δημιουργήσει η πρόσφατη αλλαγή της διακυβέρνησης της χώρας ύστερα από τις εθνικές εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019.

 

Α) Η κατάσταση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων μετά την έξοδο της ελληνικής οικονομίας από τα μνημόνια

Στις τέσσερις προηγούμενες έρευνες κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ είχε αρχίσει να καταγράφεται μια βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που ωστόσο οφειλόταν περισσότερο στην ενίσχυση των τάσεων σταθεροποίησης των βασικών δεικτών των ερευνών κλίματος και λιγότερο στην ενίσχυση των δεικτών βελτίωσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Εξαίρεση αποτέλεσε η προηγούμενη έρευνα (Φεβρουάριος 2019) όπου καταγράφηκε σημαντική αύξηση των δεικτών βελτίωσης με αντίστοιχη μείωση των δεικτών επιδείνωσης για το Β εξάμηνο του 2018, αποτυπώνοντας τις θετικές συνέπειες της εξόδου της ελληνικής οικονομίας από τα μνημόνια.

Ωστόσο η τάση αυτή δεν συνεχίστηκε και για το Α εξάμηνο του 2019 όπου καταγράφεται μια επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας ενισχύοντας εκ νέου την υπόθεση της σταθεροποίησης έναντι της ανάκαμψης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, ο γενικός δείκτης οικονομικού κλίματος των ΜμΕ του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ συνεχίζει να αυξάνεται περαιτέρω, με χαμηλότερη όμως ένταση.  Διαμορφώνεται στις 61,9 μονάδες (ιστορικό υψηλό δεκαετίας), έναντι 58,8 μονάδων τον Ιανουάριο του 2019 και  53 μονάδων τον Ιούλιο του 2018.

Η επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας των ΜμΕ για το Α εξάμηνο του 2019 γίνεται περισσότερο εμφανής εξετάζοντας τους επιμέρους δείκτες οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. Ειδικότερα ο δείκτης κύκλου εργασιών των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων μετά την σημαντική αύξηση που κατέγραψε το Β εξάμηνο του 2018 διαμορφώνεται στις 58,4 μονάδες έναντι 62,3 τον Ιανουάριο του 2019 και 51,8 τον Ιούλιο του 2018. Ανάλογη είναι η εικόνα και στον δείκτη ζήτησης όπου διαμορφώνεται στις 61 μονάδες, έναντι 63,9 μονάδων τον Φεβρουάριο του 2019 και 54,2 μονάδων τον Ιούλιο του 2018.

Η επιβράδυνση που καταγράφεται στην έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ συμβαδίζει με τα στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί από την ΕΛΣΤΑΤ. Ενδεικτικά αναφέρονται ο κύκλος εργασιών στην βιομηχανία, στο λιανικό και χονδρικό εμπόριο και στον τομέα της παροχής υπηρεσιών καταλύματος και εστίασης όπου σημειώνεται πτώση στους κύκλους εργασιών των παραπάνω κλάδων. Συνάδει επίσης με την επιβράδυνση που καταγράφεται στο ΑΕΠ για το 1ο τρίμηνο του 2019 (ΕΛΣΤΑΤ) όπου,  αν και παρουσιάζει αύξηση της τάξης του 0,2% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και 1,3% σε σχέση με το προηγούμενο έτος, υπολείπεται της αντίστοιχης αύξησης του 2018 σε σύγκριση με το 2017 (0,5% και 2,6% αντίστοιχα). Επιπλέον η συνολική καταναλωτική δαπάνη που θα μπορούσε να τροφοδοτήσει περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα ουσιαστικά δεν μεταβλήθηκε καταγράφοντας το 1ο  τρίμηνο του 2019 μείωση κατά -0,1% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και αύξηση 0,1% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018 (ΕΛΣΤΑΤ).  Η διατήρηση της μάλιστα σε αυτό το επίπεδο οφείλεται στην αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 0,2%, που φαίνεται πως τροφοδοτήθηκε κυρίως από την αύξηση  του κατώτατου μισθού, η οποία  όμως εξανεμίζεται από την σημαντική μείωση κατά -5% της δημόσιας κατανάλωσης, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Όσον αφορά την ρευστότητα ο σχετικός δείκτης,  παρά την βελτίωση που καταγράφει (53 μονάδες έναντι  51,4 το Φεβρουάριο του 2019) συνεχίζει να διατηρεί χαμηλές επιδόσεις σε σύγκριση με τους υπόλοιπους δείκτες, επιβεβαιώνοντας ότι η απουσία ή αδυναμία πρόσβασης σε χρηματοδότηση αποτελεί μόνιμο διαρθρωτικό χαρακτηριστικό της ελληνικής μικρής και πολύ μικρής επιχειρηματικότητας, και ως τέτοιο επηρεάζει τις προοπτικές ανάκαμψης ιδίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Άλλωστε σε ακόμη μια έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ είναι εμφανής η απουσία τραπεζικής χρηματοδότησης ιδίως των πολύ μικρών επιχειρήσεων. Αποτελεί πλέον διαχρονικό χαρακτηριστικό ότι 9 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν αναζητούν τραπεζική χρηματοδότηση ενώ από τις λίγες επιχειρήσεις που απευθύνονται προς τις τράπεζες τελικά μόνο οι μισές χρηματοδοτούνται.

Ως προς την επενδυτική δραστηριότητα τα στοιχεία του Α εξαμήνου του 2019 είναι ελαφρώς καλύτερα σε σχέση με εκείνα του β εξαμήνου του 2018. Συγκεκριμένα το 14,9% των ερωτώμενων δήλωσαν ότι αύξησαν την επενδυτική τους δραστηριότητα (13% το Β εξάμηνο του 2018) γεγονός που συμβαδίζει με τα  στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ όπου ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου για το 1ο τρίμηνο του 2019 εμφανίζεται αυξημένος σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο.

Ωστόσο η απουσία χρηματοδότησης όπως ήδη προαναφέρθηκε σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση και την απουσία κινήτρων καθιστούν τις επενδύσεις αυτές περιορισμένης κλίμακας. Αυτό  προκύπτει από το εύρημα ότι οι 9 στις 10 επιχειρήσεις (88,5%) χρηματοδοτούν τις επενδύσεις τους με ίδια κεφάλαια ενώ μόλις το 4,1% τις χρηματοδοτεί μέσω τραπεζικού δανεισμού. Η δυσκολία του χρηματοπιστωτικού τομέα να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία έχει εξελιχθεί σε ένα σοβαρό διαρθρωτικό πρόβλημα που σε συνδυασμό με την υπερφορολόγηση και την υπερχρέωση καθηλώνει τις προοπτικές ανάπτυξης.

Η θεσμοθέτηση από την προηγούμενη κυβέρνηση και η αναμενόμενη δημιουργία και  λειτουργία από την υφιστάμενη κυβέρνηση της Ελληνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας εφόσον θα επικεντρώνεται στις ανάγκες των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρέχοντας τόσο κεφαλαία για την πραγματοποίηση επενδύσεων, όσο και κεφάλαια για την καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων, όπως δάνεια μικροχρηματοδότησης ή ακόμα και υπηρεσίες factoring (ιδίως προεξόφλησης τιμολογίων) μπορεί να απελευθερώσει παραγωγικές δυνάμεις με έντονο αναπτυξιακό αποτύπωμα.

Και σε αυτήν την έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τα προβλήματα και οι προοπτικές των επιχειρήσεων δεν χαρακτηρίζονται από ομοιογένεια. Διατηρείται ο ιδιότυπος οικονομικός δυισμός μεταξύ των επιχειρήσεων ανάλογα με το μέγεθος και την ηλικία τους, όπως έχει αναλυθεί στις προηγούμενες έρευνες οικονομικού κλίματος. Σε αυτήν ωστόσο την έρευνα αναδύεται και μια νέα μορφή οικονομικού δυισμού με κλαδική διάσταση. Εκείνο, δηλαδή, που  αποτυπώνεται πολύ έντονα και για πρώτη φορά είναι η σημαντική βελτίωση των δεικτών του κλάδου της μεταποίησης κατά περίπου 10 μονάδες έναντι των κλάδων του εμπορίου και των υπηρεσιών. Η βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας των μεταποιητικών επιχειρήσεων  υποστηρίζεται και από το εύρημα ότι κατά μ.ο. αξιοποιούν το 60,7% του παραγωγικού τους δυναμικού, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο σε σχέση με το 2017 που ήταν στο 51,3%. Η βελτίωση της μεταποιητικής δραστηριότητας αναμφίβολα αποτελεί ένα από τα θετικά στοιχεία της έρευνας κλίματος. Το επόμενο ωστόσο διάστημα θα φανεί εάν τα στοιχεία αυτά είναι συγκυριακά ή αποτελούν τα πρώτα σημάδια μετασχηματισμού των επιχειρήσεων του μεταποιητικού κλάδου και αναγωγής του σε ατμομηχανή της ανάπτυξης.

 

Β) Οι προσδοκίες/προβλέψεις των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων μετά από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου

Οι προσδοκίες σχετικά με την πορεία των επιχειρήσεων το επόμενο εξάμηνο καταγράφουν ιστορικό υψηλό δεκαετίας. Μάλιστα για πρώτη φορά στις έρευνες κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ τόσο ο γενικός δείκτης για την οικονομική κατάσταση το επόμενο εξάμηνο όσο και οι επιμέρους δείκτες προσδοκιών του κύκλου εργασιών, της ζήτησης, της ρευστότητας, των παραγγελιών και της απασχόλησης υπερτερούν των δεικτών επιδείνωσης.  Το 31% των επιχειρήσεων αναμένει βελτίωση (έναντι 26,4% τον Ιανουάριο 2019 και 17,5% τον Ιούλιο 2018), το 38,5% καμία μεταβολή (έναντι 38,2% τον Ιανουάριο 2019 και 36,8% τον Ιούλιο 2018), ενώ μόλις το 16,6% των επιχειρήσεων αναμένει επιδείνωση (έναντι 29,3% τον Ιανουάριο του 2019 και 37,6% τον Ιούλιο του 2018).

Ως προς τις επενδυτικές προβλέψεις για το επόμενο εξάμηνο η έρευνα καταγράφει το μεγαλύτερο ποσοστό πρόθεσης αύξησης των επενδύσεων των ερευνών οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ καθώς το 15,4% των επιχειρήσεων δηλώνει πως θα πραγματοποιήσει επενδύσεις το επόμενο διάστημα.

Εάν τα στοιχεία αυτά επιβεβαιωθούν και σε συνδυασμό με την θετική ψυχολογία που έχει δημιουργηθεί από την μείωση της φορολογίας και τις πρόσφατες ασφαλιστικές και φορολογικές ρυθμίσεις, πιθανόν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις επίτευξης του στόχου του πρωτογενούς πλεονάσματος για το 2019. Ωστόσο αυτό εξαρτάται από την πορεία του τουρισμού, όσο και από τις εξελίξεις στο πεδίο των διεθνών  οικονομικών ανταγωνισμών και των γεωπολιτικών κινδύνων.

Τα συμπεράσματα της έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, που πραγματοποιήθηκε από την εταιρεία MARC ΑΕ σε πανελλαδικό δείγμα 806 πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων (0-49 άτομα προσωπικό) στο διάστημα 15-23 Ιουλίου 2019 θα βρείτε στα ακόλουθα αρχεία: