Η πανδημία, οι υγειονομικές και οικονομικές επιπτώσεις συνεχίζονται με εμφανέστατο αντίκτυπο στις μικρές-πολύ μικρές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Τα τελευταία μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν για επιχειρήσεις και εργαζόμενους ναι μην είναι θετικά, αλλά μόνο για ένα ποσοστό πληττόμενων. Δεν σώζουν σε καμία περίπτωση τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά από τον ασφυκτικό κλοιό που έχουν εγκλωβιστεί.
Η ΟΕΒΕΜ έχει τονίσει σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας πως υπάρχουν επιχειρήσεις που είναι τυπικά ανοιχτές και ουσιαστικά κλειστές. Η εστίαση δείχνει ποσοστό μείωσης τζίρου 50-60% και το λιανεμπόριο παρά την εορταστική περίοδο που πέρασε και την έναρξη της εκπτωτικής περιόδου δεν εμφανίζει τα αναμενόμενα έσοδα. Στους μειωμένους τζίρους προστίθενται μια σειρά νέων αρνητικών παραγόντων.
Η ενεργειακή κρίση εκτοξεύει το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων, οι ανατιμήσεις που έχουν ήδη γίνει και το επόμενο μεγάλο κύμα αυξήσεων που αναμένεται, καθιστούν επιτακτική και άμεση την ανάγκη λήψης μέτρων στήριξης των μικρών επιχειρήσεων. Όπως:
- Αύξηση του ποσοστού της επιδότησης του ενεργειακού κόστους
- Απαλλαγή ή επιδότηση ενοικίου των επιχειρήσεων
- Μετατροπή των επιστρεπτέων σε μη επιστρεπτέες προκαταβολές.
- Αύξηση των δόσεων αποπληρωμής των χρεών της πανδημίας από 72 σε 120 ατόκως
- Τόνωση της ρευστότητας μέσω της ενίσχυσης των χρηματοδοτικών εργαλείων και της αξιοποίησης των πόρων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης
- Μεταφορά των ασφαλιστικών εισφορών μετά το πραγματικό τέλος της πανδημίας ή στο τέλος του επαγγελματικού βίου του επαγγελματία
- Μείωση του ΦΠΑ των βασικών προϊόντων κατανάλωσης
- Μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο ρεύμα και το πετρέλαιο
Με τέτοια μέτρα στήριξης οι επιχειρήσεις θα συνεχίσουν την προσπάθεια επιβίωσής τους και θα υπάρξουν έσοδα στα δημόσια ταμεία. Σαφώς το καλύτερο θα ήταν να προβεί σε γενναία διαγραφή μέρους των χρεών. Η Κυβέρνηση πρέπει να κινηθεί σε αυτή την κατεύθυνση αν θέλει να σωθεί η ραχοκοκαλιά της ελληνικής οικονομίας και να μην χάσει κάθε οφειλή που έχει δημιουργηθεί στη διάρκεια της πανδημίας, αφού αυτό θα είναι το αποτέλεσμα στην περίπτωση νέων λουκέτων.
Τα νοικοκυριά βάλλονται και αυτά με τη σειρά τους από αντίστοιχα προβλήματα και τα μέτρα στήριξης θα πρέπει να έχουν διάρκεια για να είναι αποτελεσματικά. Το καλάθι της νοικοκυράς δεν μπορεί να αντέξει όλες αυτές τις ανατιμήσεις και με τη σειρά τους δεν θα αντέξουν και οι επιχειρήσεις. Να σημειωθεί πως ο πληθωρισμός προβλέπεται να ξεπεράσει το 6% τον Ιανουάριο. Φυσικά, είμαστε σύμφωνοι με την αύξηση του κατώτατου μισθού που αναμένεται την 1η Μαΐου, όμως πρέπει να ακολουθήσει και μείωση του μη μισθολογικού κόστους.
Το 2022 προβλέπεται μία ακόμα πολύ δύσκολη και κρίσιμη χρονιά. Η Πολιτεία οφείλει να μεριμνήσει, καταγράφοντας τα προβλήματα και δημιουργώντας ένα ρεαλιστικό σχέδιο ουσιαστικής στήριξης. Η βιωσιμότητα των μικρών επιχειρήσεων δεν διασφαλίζεται σε καμία περίπτωση μόνο με την κάλυψη μέρους του μεγάλου ενεργειακού κόστους. Τα χρέη που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας και η έλλειψη ρευστότητας βρίσκονται στο «κόκκινο», κάτι που φαίνεται από την δημιουργία νέων οφειλών σήμερα. Παρόλο που στις 26 του μηνός λήγει η προθεσμία ρύθμισης οφειλών που δημιουργήθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας, μόνο λίγες δεκάδες χιλιάδες επιχειρήσεων ανταποκρίθηκαν.
Η Ελληνική οικονομία δεν μπορεί να αντέξει άλλο κλείσιμο μικρών επιχειρήσεων!