Το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνδιοργάνωσε συνέδριο με τίτλο ««Πολιτικές και Χρηματοδοτικά Εργαλεία για την ανάπτυξη των ΜμΕ στην Ελλάδα» σήμερα Πέμπτη, 27 Απριλίου 2017 με σκοπό την στήριξη και ανάπτυξη των ΜμΕ στην Ελλάδα.
Στο συνέδριο παρευρέθηκε με ομιλία ο Πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γ. Καββαθάς μιλώντας στη θεματική «Στρατηγική προσέγγιση για τη χρηματοδοτική στήριξη των ΜμΕ – Η οπτική των επιχειρήσεων».
Η ομιλία του Προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ έχει ως εξής:
«Θα ήθελα να ευχαριστήσω για την πρόσκληση που απευθύνατε στη ΓΣΕΒΕΕ και να συγχαρώ τη αρμόδια διεύθυνση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, την ελληνική αντιπροσωπεία και την υπηρεσία του Εθνικού Απεσταλμένου, για τη σημαντική αυτή πρωτοβουλία διοργάνωσης ενός συνεδρίου, που υπερβαίνει την τετριμμένη πια και ατελέσφορη συζήτηση περί «κατάλληλων» μεταρρυθμίσεων και μνημονιακών πολιτικών και εισέρχεται στην ουσία ενός κεντρικού διαρθρωτικού προβλήματος της ελληνικής οικονομίας: του εντοπισμού των βέλτιστων πολιτικών χρηματοδότησης και διάχυσης των ωφελειών στο σύνολο της επιχειρηματικής κοινότητας.
Παράλληλα, το συνέδριο αυτό αποτελεί μια ευκαιρία για να ανοίξει ένας δίαυλος ειλικρινούς επικοινωνίας, μεταξύ των διαφορετικών δρώντων που σχετίζονται με τη χρηματοδότηση και την οργάνωσή της στη χώρα (τράπεζες, ενδιάμεσοι φορείς, κράτος, επιχειρήσεις, ευρωπαϊκοί θεσμοί). Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουν όλες οι πλευρές τις παθογένειες αλλά και τα συστημικά λάθη, που μας οδήγησαν σε ένα δύσκαμπτο και «άρρωστο χρηματοπιστωτικό τομέα», σε επιχειρήσεις ζόμπι και σε επιχειρηματίες που φοβούνται τον κίνδυνο της επένδυσης, σα να είναι η φορολογική αρχή, αλλά και να σχεδιάσουν από κοινού τις χρηματοδοτικές πολιτικές για το 2020 και μετά.
Επιπλέον, το συνέδριο αυτό δίνει τη δυνατότητα στους ενδιαφερόμενους φορείς να διαβουλευτούν με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα ευρωπαϊκά όργανα και να ανταλλάξουν ιδέες για το πώς τα σχεδιασμένα εργαλεία χρηματοδοτικών πολιτικών μπορούν να ανασχεδιαστούν, να μοχλευθούν και να φτάσουν στον τελικό αποδέκτη που τα έχει πραγματικά ανάγκη.
Μια αντίστοιχη προσπάθεια- και οφείλουμε να αναγνωρίσουμε τις θετικές πρωτοβουλίες που είχαν αναληφθεί- είχε γίνει τα προηγούμενα χρόνια υπό την αιγίδα της Task Force for Greece, η οποία κατέληξε στη δημοσίευση μιας υψηλής ποιοτικά έκδοσης συμπερασμάτων για την “Ανάπτυξη των ΜμΕ στην Ελλάδα», με προτάσεις οι οποίες όμως αγνοήθηκαν σε επίπεδο διαμόρφωσης οικονομικής πολιτικής και προώθησης εναλλακτικών χρηματοδοτικών εργαλείων.
Η ΓΣΕΒΕΕ οφείλει ως τριτοβάθμια συνδικαλιστική οργάνωση αλλά και ως θεσμικός κοινωνικός εταίρος να λειτουργεί προωθητικά και κριτικά τόσο προς τους θεσμούς, όσο και προς τα μέλη της: δεν είναι δυνατό στην εποχή που ζούμε, οι επιχειρήσεις να αναζητούν μόνο μέσω ΕΣΠΑ ή αναπτυξιακού νόμου την οικονομική τους επιβίωση. Δε θα πρέπει να θεωρούμε ότι οι οικονομικές ενισχύσεις αποτελούν την αποτελεσματικότερη μέθοδο κινητοποίησης επενδύσεων, αλλά και από την άλλη ας μη λησμονούμε ότι οι δημόσιες επενδύσεις- ως πραγματοποιηθείσες επενδύσεις και όχι ως μεταφορές κεφαλαίων- αποτελούν σημαντικό στυλοβάτη της παραγωγικής συγκρότησης ενός τόπου. Η διαφορετική προσέγγιση μας σε αυτό το πεδίο σε σχέση με κάποιες οργανώσεις και συνδέσμους είναι σαφής: το γεγονός ότι η χώρα απέτυχε τα προηγούμενα χρόνια να αξιοποιήσει αποδοτικά τους δημόσιους πόρους, δε σημαίνει ότι θα πρέπει να τους καταργήσουμε, καθώς με την ίδια λογική θα πρέπει να δαιμονοποιήσουμε και τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού την περίοδο των παχέων αγελάδων, γεγονός που θα μας καθιστούσε μάλλον ιεραπόστολους, παρά επιχειρηματίες.
Το γεγονός ότι ο πολλαπλασιαστής των δημοσίων επενδύσεων τα προηγούμενα χρόνια δεν πέτυχε υψηλούς ρυθμούς συνεισφοράς στη μεγέθυνση του ΑΕΠ, δεν ακυρώνει ένα σημαντικό πυλώνα ενεργούς πρόκλησης επιχειρηματικών και επενδυτικών πρωτοβουλιών, που αν λειτουργήσει συνδυαστικά με την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων, μπορεί να δημιουργήσει όρους ταχείας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Εξάλλου, δεν πρέπει να μας διαφύγει, ότι οι μικρές επιχειρήσεις, ελάχιστα ωφελήθηκαν από τις ευκαιρίες χαμηλότοκου δανεισμού τα προηγούμενα χρόνια και μάλλον η στρεβλή διάρθρωση των χρηματοδοτήσεων οδήγησε σε στρεβλή γιγάντωση των υπηρεσιών και συγκεκριμένων κλάδων της εθνικής οικονομίας. Σήμερα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αυτό το γόρδιο δεσμό, υπερχρέωσης επιχειρήσεων, οι οποίες δε θα έπρεπε να χρηματοδοτηθούν.
Θα μου επιτρέψετε στο πρώτο μέρος της εισήγησης να αναφερθώ σε κάποια σημαντικά στοιχεία που σκιαγραφούν τη δομή της ελληνικής χρηματοπιστωτικής τάξης, αν επιτρέπεται ο όρος.
Είναι αληθές ότι στην πρώτη φάση ανάπτυξης της μικρής επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα, μεγάλο μέρος των συναλλαγών παρέκαμπτε το επίσημο τραπεζικό σύστημα, για λόγους που δεν είχαν να κάνουν αποκλειστικά με το κόστος του χρήματος, αλλά με τις διαδικασίες που έπρεπε να ακολουθηθούν, τον έλεγχο των χρηματικών ροών και τη ευελιξία απέναντι στον ανταγωνισμό. Πριν την κρίση, μόνο οι μισές μικρομεσαίες επιχειρήσεις ανέπτυσσαν συναλλαγές με το χρηματοπιστωτικό τομέα. Ένα σημαντικό τμήμα της ελληνικής επιχειρηματικότητας εξυπηρετείτο μέσα από άτυπα συστήματα πληρωμών, καθυστερούσε τις πληρωμές μέσω της χρήσης των μεταχρονολογημένων επιταγών και ανέπτυσσε εναλλακτικές χρηματοδοτικές λύσεις. Οι υπόλοιπες μισές επιχειρήσεις, όταν επρόκειτο να συμβληθούν με τον τραπεζικό τομέα, το έκαναν συχνά στη βάση εξυπηρέτησης των αναγκών σε κεφάλαια κίνησης, ενώ ήταν τέτοια η διάρθρωση των προϊόντων δανεισμού, ώστε να μην αξιολογείται το επενδυτικό σχέδιο, αλλά η περιουσιακή εικόνα του δανειολήπτη.
Μετά την εμφάνιση της κρίσης, η σχέση μεταξύ επιχειρήσεων και τραπεζικού τομέα, καθίσταται ακόμη περισσότερο προβληματική.
Στις πρωτογενείς έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, είναι ευδιάκριτη η τάση απομάκρυνσης των μικρών επιχειρήσεων από τον τραπεζικό τομέα.
Στην πιο πρόσφατη έρευνα πάνω από το 70% των μικρών επιχειρήσεων, δήλωναν ότι δεν έχουν καμιά επαφή με τον τραπεζικό τομέα, δηλαδή διευρύνθηκε η απόσταση μεταξύ πραγματικής οικονομίας και αγοράς χρήματος.
Αντίστοιχες όμως τάσεις εμφανίζουν και οι συμπεριφορές των επιχειρήσεων, ως προς τις χρηματοδοτικές ενισχύσεις και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που τους προσφέρονται. Μόλις το 6,4% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων έχει καταφέρει να υπαχθεί σε κάποιο πρόγραμμα ενίσχυσης μέσω ΕΣΠΑ αναπτυξιακού, ενώ στο παρελθόν προγράμματα όπως η νησιωτική επιχειρηματικότητα απέτυχαν να προσελκύσουν το ενδιαφέρον τους.
Ταυτόχρονα, το σημαντικότερο διαρθρωτικό πρόβλημα των μικρών επιχειρήσεων, σε όλες τις έρευνες οικονομικού κλίματος, παραμένει η έλλειψη ρευστότητας (με ποσοστά άνω του 75%). Το εν λόγω φαινόμενο παρουσιάζεται συστηματικά και στην ευρωπαϊκή αγορά, και κυριότερα στις χώρες του Νότου. Άλλωστε, σε συναντήσεις με εκπροσώπους τραπεζών και στελέχη της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών, συχνά επισημαίνεται ότι στην παρούσα φάση της ελληνικής οικονομίας, υπάρχει περιορισμένη ζήτηση για χρηματοοικονομικά προϊόντα και επιχειρηματικό δανεισμό. Δηλαδή, οι μικρές επιχειρήσεις με το φορτίο της επιχειρηματικότητας ανάγκης που μεταφέρουν, δεν είναι σε θέση να υποστηρίξουν το προτζεκτ τους και για αυτό φοβούνται να εκθέσουν και να υλοποιήσουν ένα συντεταγμένο σχέδιο ανάπτυξης της επιχείρησής τους. Αυτή είναι η μια όψη της πραγματικότητας.
Πώς άραγε εξηγείται η απουσία συστηματικής διασύνδεσης χρηματοπιστωτικού συστήματος και μικρών επιχειρήσεων, με το δεδηλωμένο πρόβλημα ρευστότητας; Ουσιαστικά, πρόκειται για την ουσία και το αντικείμενο συζήτησης της σημερινής εκδήλωσης. Πρόκειται για το παράδοξο της ταυτόχρονης ύπαρξης χαμηλής ζήτησης δανείων και μειωμένης ρευστότητας.
Η ΓΣΕΒΕΕ θεωρεί ότι η κρίση και ο μετασχηματισμός των επιχειρήσεων, αλλά και των τραπεζών μέσα στην κρίση, δεν οδήγησε σε ένα καλύτερο ταίριασμα των αναγκών και των παρεχόμενων δανείων, αλλά απομάκρυνε τους δυο αλληλοεπιδρώντες παίκτες περισσότερο. Δεν είναι ίσως ο χώρος ή η στιγμή να αποτιμήσουμε τα λάθη ως προς τη νέα διάρθρωση που έλαβε το τραπεζικό σύστημα, με το νέο βαρύ σχήμα που επιλέχθηκε, τις διαδοχικές συγχωνεύσεις σε περιόδους ισχνών αγελάδων, τη χρηματοοικονομική τους επιβάρυνση με ελληνικά ομόλογα και τον κίνδυνο της χώρας και την ελάχιστη πρόνοια ως προς τη διαφοροποίηση του ρίσκου. Ούτε μπορούμε να αποτιμήσουμε την αποτελεσματικότητα των δημόσιων πολιτικών των τελευταίων ετών ως προς την αναπτυξιακή διείσδυσή τους στην ελληνική επιχειρηματικότητα. Το βέβαιο είναι ότι απέτυχε το κλασικό σχήμα οργάνωσης επενδύσεων και κινήτρων μέσω του τραπεζικού τομέα.
Τα τελευταία χρόνια είναι αλήθεια ότι έχουν κινητοποιηθεί εγχώρια και διεθνή χρηματοδοτικά σχήματα, με σκοπό την ενίσχυση επενδυτικών σχεδίων με πολλαπλασιαστικά οφέλη. Παρά το θετικό σήμα που εκπέμπει στις ξένες αγορές το ενδιαφέρον από διεθνείς οργανισμούς, όπως την Ευρ. Τράπεζα Επενδύσεων, την Ευρ. Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD) και άλλους φορείς, είναι υπαρκτός ο κίνδυνος βαβελοποίησης και κακής κατανομής των κονδυλίων. Οι επιχειρήσεις δε γνωρίζουν που να απευθυνθούν και πώς μπορούν να κάνουν αποδοτική χρήση των διαθεσίμων κεφαλαίων και των συνεργιών.
Η ΓΣΕΒΕΕ έχει επισημάνει τους στόχους που θα πρέπει να έχει μια στρατηγική για τις πολιτικές χρηματοδότησης.
Σταχυολογώντας κάποιες από τις προτεινόμενες πολιτικές για τη βελτίωση του περιβάλλοντος χρηματοδότησης, θα έθετα ως κεντρικά ζητήματα στο τραπέζι του διαλόγου τα παρακάτω :
1ο) Απαραίτητο εργαλείο είναι το θεσμικό πλαίσιο που επιτρέπει τη διαφοροποίηση των εργαλείων και πηγών χρηματοδότησης, ώστε να ταιριάζει στις ανάγκες της ελληνικής επιχειρηματικότητας. Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να διερευνηθούν οι δυνατότητες προώθησης σύγχρονων εργαλείων μικροχρηματοδότησης, συμμετοχικής χρηματοδότησης, factoring και άλλων μορφών συνεταιριστικής τραπεζικής. Το ασφυκτικό πλαίσιο και του 3ου προγράμματος δεν επιτρέπει το πλήρες ανάπτυγμα τέτοιων πολιτικών, αλλά θα πρέπει να επιδιωχθούν διότι στην Ευρώπη έχουν εφαρμοστεί αντίστοιχες δράσεις με θετικές επιπτώσεις στις τοπικές οικονομίες.
2ο) Συντονισμός και διάχυση πληροφόρησης για το ρόλο και τις λειτουργίες που επιτελούν οι διεθνείς χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, η διάρθρωση και η σκοπιμότητα του ΕΣΠΑ, την ανάλυση επίδρασης του Αναπτυξιακού Νόμου, τις επενδυτικές ευκαιρίες και τις στρατηγικές επενδύσεις. Ειδικά για τις Στρατηγικές Επενδύσεις, το κράτος οφείλει να δώσει κατευθύνσεις για το παραγωγικό μοντέλο που επιθυμεί με κλάδους ατμομηχανές (κατασκευές, δημιουργία αγροδιατροφικής αλυσίδας με εξωστρέφεια, τουρισμός με εναλλακτικές εκδοχές, προσέλκυση επιστημόνων, συνεργατικά σχήματα μικρομεσαίων επιχειρήσεων).
3ο) Εκ μέρους των ευρωπαϊκών θεσμών, κρίνεται αναγκαία η εμβάθυνση των προγραμμάτων COSME και HORIZON ώστε να περιλαμβάνει τις ιδιαιτερότητες των χωρών του Νότου. Δυστυχώς, τα στατιστικά στοιχεία δείχνουν ότι οι πόροι κατευθύνονται με δυσκολία στις ελληνικές μικρές επιχειρήσεις, και ίσως απαιτείται ανασχεδιασμός δράσεων και προτεραιοτήτων. Αντίστοιχη επιχειρηματολογία ισχύει και για τις δράσεις του EIF (Ευρ. Ταμείο Επενδύσεων).
4ο) Καθιέρωση σχεδιασμού Επενδυτικού Νόμου ανά 4ετία, με αντίστοιχη σταθερότητα ως προς τις υποχρεώσεις της επιχείρησης (φορολογικές, ασφαλιστικές). Η εξασφάλιση ενός συνολικού πλαισίου σταθερού περιβάλλοντος θα λειτουργήσει ευεργετικά.
5ο) Εκσυγχρονισμός και διεύρυνση των λειτουργιών του ΕΤΕΑΝ και των Αναπτυξιακών Ταμείων που έχουν ιδρυθεί (πχ Ταμείο Λουξεμβούργου), ενδεχομένως μέσα από ένα ενιαίο συντονιστικό όργανο. Σε σχέση με το ΕΤΕΑΝ θα πρέπει να διασφαλίζεται η ορθή λειτουργία των πρακτικών εγγυοδοσίας. Από την πλευρά της μόχλευσης κεφαλαίων των επιχειρήσεων, έξυπνη εξειδίκευση προγραμμάτων συμμετοχικής χρηματοδότησης μέσα από διάθεση κερδών σε ένα κοινό Αναπτυξιακό Ταμείο για μικρές επιχειρήσεις. Η πρότασή μας είναι ότι ακόμη και η μικρή επιχείρηση μπορεί να συμμετάσχει στο επενδυτικό ρίσκο, έχοντας λάβει φορολογικές ελαφρύνσεις.
6ο) Ειδικά προγράμματα για τη χρηματοδότηση των συνεργατικών σχηματισμών, κοινοπραξιών, συνεργιών καινοτομίας και των ανοιχτών κέντρων εμπορίου. Η δέσμευση της επιχείρησης για συμμετοχή σε οργανωμένο συνεργατικό σχήμα cluster- που μπορεί να αφορά σε ενιαία διαμόρφωση χώρων, αποθηκών, logistics θα πρέπει να ενισχύεται για δράσεις εξωστρέφειας και ανάπτυξης της εσωτερικής αγοράς. Παράλληλα, θα πρέπει να διαμορφωθεί ένα σύγχρονο νομικό πλαίσιο για τη δημιουργία συνεργατικών ενώσεων/ σχηματισμών.
7ο) Συστηματική παρακολούθηση των ροών χρηματοδότησης από τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα από την ΤτΕ και δημοσίευση εκθέσεων για λόγους διαφάνειας. Αντίστοιχη δημοσιότητα και ανάλυση πρέπει να υπάρχει για τους λόγους απόρριψης αιτημάτων για δανειοδότηση.
8ο) Σχεδιασμός έμμεσων προγραμμάτων χρηματοδότησης και κινητοποίησης επενδύσεων, όπως είναι οι δημόσιες συμβάσεις. Πληροφόρηση για τη χρήση των ηλεκτρονικών συστημάτων και διεύρυνση των δικαιούχων ώστε να δημιουργηθεί τοπικός και περιφερειακός πολλαπλασιαστής. Η συμμετοχή των ΜμΕ είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την τοπική ανάπτυξη και τη μεταφορά τεχνολογίας/ καινοτομίας.
Κυρίες και Κύριοι,
Γνωρίζω ότι ίσως να διαφεύγει του άμεσου ενδιαφέροντος του συνεδρίου, αλλά υπάρχουν 2 ακόμη κρίσιμες πτυχές που θα πρέπει να τύχουν προσοχής και οφείλω να τις καταθέσω στη σημερινή συνάντηση: α) η πρώτη σχετίζεται με τα κόκκινα δάνεια και την ανάγκη άμεσης αντιμετώπισης τους, προς όφελος του τραπεζικού συστήματος και των επιχειρήσεων. Η αποτελεσματική διαχείριση των κόκκινων δανείων ίσως αποτελέσει ένα διεθνές παράδειγμα καλής πρακτικής. Η ΓΣΕΒΕΕ έχει τονίσει επανειλημμένα την ανάγκη άρσης της ομηρίας χιλιάδων επαγγελματιών, μέσα από προγράμματα υποστήριξης εκκαθάρισης και επανεισόδου στην αγορά. β) Η είσοδος των επιχειρήσεων στη νέα ψηφιακή εποχή πρέπει να διευκολυνθεί και όχι να παρεμποδίζεται με θεμιτά και αθέμιτα μέσα. Η καθιέρωση ακατάσχετου τραπεζικού λογαριασμού, η μείωση των τραπεζικών χρεώσεων είναι παρεμβάσεις που θα οδηγήσουν σε μια πιο υγιή σχέση δημοσίου- τραπεζών – ιδιωτικού τομέα.
Εύχομαι η συγκεκριμένη ημερίδα να αποτελέσει την ευκαιρία για να γίνουν κάποια βήματα ως προς την πρόσβαση των επιχειρήσεων στη χρηματοδότηση, την καλύτερη και αποτελεσματικότερη οργάνωση και διαχείριση των πόρων και τον προσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας σε ένα μοντέλο περισσότερο παραγωγικό και ανταγωνιστικό, με έμφαση στην πραγματική οικονομία. Ο τραπεζικός τομέας έχει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, όπως και το κράτος στο σχεδιασμό των κατάλληλων εργαλείων και πολιτικών χρηματοδότησης.»